της Άντυς Λιακοπούλου
Η
πρώτη απόφαση για καταδίκη Ερυθρού Χμερ από το Ειδικό Δικαστήριο που συστήθηκε
υπό την αιγίδα του ΟΗΕ για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια της
πενταετίας 1975-1979 από το καθεστώς του Πολ Ποτ εκδόθηκε την περασμένη
Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου[1].
Ο Κάιν Γκουέκ Εαβ, γνωστός και ως Ντουκ, διευθυντής της κεντρικής φυλακής της
Πνομ Πενχ υπό το καθεστώς των Ερυθρών Χμερ, της περίφημης S-21, καταδικάστηκε σε ισόβια
κάθειρξη[2]
για το βασανισμό και την εκτέλεση άνω των 17.000 ανθρώπων, οι οποίοι φυλακίστηκαν,
γιατί αντιτάχθηκαν στο σκληρό πρόγραμμα κολλεκτιβοποίησης που επιβλήθηκε με την
έλευση του Πολ Ποτ στην εξουσία.
Η
«πιο σημαντική και πολύπλοκη δίκη μετά από αυτή της Νυρεμβέργης», κατά τον
διεθνή δικαστή Άντριου Κέιλι ξεκίνησε τυπικά το Νοέμβριο του 2006. Εκτός από
τον Κάιν Γκουέκ Εαβ, κατηγορίες απαγγέλθηκαν το Νοέμβριο του 2011 στους Νουον
Τσεα, δεξί χέρι του Πολ Ποτ και ιδεολογικό καθοδηγητή του κινήματος, στον Κιου
Σαμπχαν, Πρόεδρο της τότε Κυβέρνησης, στον
Ιενγκ Σαρι, Υπουργό Εξωτερικών του καθεστώτος και στη σύζυγό του Ιενγκ Τιρίθ,
υφυπουργό Εξωτερικών την ίδια περίοδο, ενώ 4.000 θύματα παρέστησαν ως πολιτική
αγωγή . Η συμφωνία μεταξύ της Κυβέρνησης της Καμπότζης και του Οργανισμού
Ηνωμένων Εθνών για την παραπομπή σε δίκη των πρωτεργατών της εξόντωσης 2
εκατομμυρίων περίπου πολιτών της Καμπότζης (το 1/4 του τότε συνολικού πληθυσμού
της) είχε επέλθει το 2003 μετά από πολύχρονες διαπραγματεύσεις[3].
Οι κατηγορίες, τις οποίες οι πέντε κατηγορούμενοι (τέσσερις πλέον, μετά την
καταδίκη του Εαβ) αντιμετωπίζουν είναι γενοκτονία, εγκλήματα πολέμου και
εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Ο Πολ Ποτ ποτέ δεν προσήχθη ενώπιον διεθνούς
δικαστηρίου, καθώς είχε ήδη πεθάνει το 1998.
Το
ιστορικό υπόβαθρο είναι λίγο πολύ γνωστό: Τον Απρίλιο του 1975 λίγο πριν λήξει
ο πόλεμος στο Βιετνάμ, ο οποίος είχε αρχίσει να εξαπλώνεται στις γειτονικές
χώρες Καμπότζη και Λάος, οι Ερυθροί Χμερ, αριστεροί αντάρτες που
δραστηριοποιούνταν στην περιοχή ήδη από τη δεκαετία του ’50 με επικεφαλής τον
μαοϊστή ηγέτη Σαλόθ Σαρ (το πραγματικό όνομα του Πολ Ποτ) ή Αδερφό Νούμερο Ένα και
με τις ευλογίες της Κίνας μπήκαν στην Πνομ Πενχ, όπου ο λαός τους υποδέχτηκε με
μεγάλο ενθουσιασμό. Γρήγορα όμως διαψεύστηκαν οι προσδοκίες όσων πίστεψαν ότι με
την έλευσή τους θα απαλλάσσονταν από τη διεφθαρμένη κυβέρνηση της χώρας και από
τον όλεθρο του πολέμου. Εκτοπισμοί, καταναγκαστικά έργα, υποσιτισμός,
βασανισμοί και αμέτρητες εκτελέσεις υπόπτων κατά του καθεστώτος βύθισαν τη χώρα
στη δυστυχία και το αιματοκύλισμα για περίπου τέσσερα χρόνια. Το Δεκέμβριο του
1978 βιετναμικές δυνάμεις εισέβαλαν στην Καμπότζη κι ένα μήνα αργότερα η
πρωτεύουσα παραδόθηκε. Οι Ερυθροί Χμερ, ηττημένοι, αποσύρθηκαν στα δυτικά της
χώρας και στην Ταϋλάνδη, συνεχίζοντας ωστόσο να προκαλούν προβλήματα με
ανταρτοπολέμους κατά των νέων, υποστηριζόμενων από το Βιετνάμ κυβερνήσεων της
χώρας, για αρκετά χρόνια αργότερα.
Το
νομικό ενδιαφέρον της υπόθεσης έγκειται, σε μεγάλο βαθμό, στις κατηγορίες περί
γενοκτονίας. Ως γενοκτονία, σύμφωνα με τη Σύμβαση του ΟΗΕ για την Πρόληψη και
την Καταστολή του Εγκλήματος της Γενοκτονίας, νοείται κάθε πράξη που ενεργείται
με πρόθεση ολικής ή μερικής καταστροφής ομάδας εθνικής, εθνολογικής, φυλετικής
ή θρησκευτικής.[4]
Ο ορισμός αυτός έχει κατά καιρούς δεχθεί κριτικές ότι δεν είναι αρκετά ευρύς,
ώστε να συμπεριλάβει όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες συντελούνται πράξεις
συστηματικής εξόντωσης ομάδων πληθυσμών με κοινά εθνικά, εθνοτικά, θρησκευτικά
ή πολιτιστικά στοιχεία[5].
Στην περίπτωση του βασανισμού και θανάτωσης κατοίκων της Καμπότζης, τα στεγανά
του ορισμού καθίστανται αρκετά εύληπτα, δεδομένου ότι ο προσδιορισμός της
ομάδας κατά της οποίας έγιναν προσπάθειες εξόντωσης δεν έγινε με τα
συγκεκριμένα απαραιτήτως κριτήρια,
επειδή δηλαδή ανήκαν στη συγκεκριμένη ομάδα/ φυλή/ έθνος, επιτατικό του οποίου
είναι το γεγονός ότι οι άνθρωποι αυτοί διώχθηκαν, βασανίστηκαν και θανατώθηκαν
από ομοεθνείς τους. Αντιθέτως, φυλακίστηκαν, υποβλήθηκαν σε βασανιστήρια και
εκτελέστηκαν κάτοικοι της Καμπότζης (Χμερ στο μεγαλύτερο μέρος, αλλά και ξένοι),
κάθε ηλικίας, φύλου και θρησκείας, οι οποίοι κρίνονταν ύποπτοι και επικίνδυνοι
για το καθεστώς.
Οι
κατηγορίες για γενοκτονία έχουν απαγγελθεί. Μένει να δει κανείς πώς το Ειδικό
Δικαστήριο θα τις χειριστεί και αν θα υπαγάγει τις επίδικες πράξεις στο όποιο
εύρος της υποκειμενικής και αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της
γενοκτονίας.
[1] Το 2010 ο Κάιν Γκουέκ Εαβ είχε καταδικαστεί σε 35ετή
κάθειρξη, σε δεύτερο βαθμό (μετά από άσκηση άφεσης από μέρους του
κατηγορουμένου) ωστόσο το δικαστήριο του
επέβαλε ποινή ισόβιας κάθειρξης
[2] Ο κανονισμός του Ειδικού Δικαστηρίου αποκλείει την
θανατική ποινή.
[3] Πολλοί από του επικεφαλής
των εγκλημάτων κατάφεραν να ξεφύγουν
[4] Genocide: ...any of the following
acts committed with intent to destroy, in whole or in part, a national, ethnical,
racial or religious group, as such:
(a) Killing members of the
group;
(b) Causing serious bodily or
mental harm to members of the group;
(c) Deliberately inflicting on
the group conditions of life calculated to bring about its physical destruction
in whole or in part;
(d) Imposing measures intended
to prevent births within the group;
(e) Forcibly transferring
children of the group to another group.
— Convention on the Prevention and Punishment of
the Crime of Genocide, Article II
[5] Schabas A. William, Genocide in International Law, Cambridge: Cambridge
University Press, 2000, p. 198 και του ιδίου , Problems of International Codification -Were the Atrocities
in Cambodia
and Kosovo Genocide? (2001) 35 New England Law Review 287, 302
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου