Πέμπτη 10 Μαΐου 2012

ΚΟΝΓΚΟ - Μέρος Α΄

της Άντυς Λιακοπούλου
 
Α. ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ1

Ο πόλεμος στο Κονγκό ξεκίνησε το 1996, όταν ένοπλες ομάδες επαναστατών ξεκίνησαν έναν αιματηρό αγώνα για την ανατροπή ενός από τους πιο διεφθαρμένους και μεγαλομανείς ηγέτες στην παγκόσμια ιστορία, του Μομπούτου Σέσε Σέκο. Οι συγκρούσεις, οι οποίες γενικεύτηκαν ωστόσο στην ευρύτερη περιοχή, έχουν τις βαθύτερες ρίζες τους στον εμφύλιο μεταξύ Χούτου και Τούτσι στη Ρουάντα. Κατά τη διάρκεια της γενοκτονίας εκατοντάδες χιλιάδες Χούτου από τη Ρουάντα, αλλά και το Μπουρούντι εγκαταστάθηκαν στο ανατολικό Ζαϊρ.2Σύντομα στα στρατόπεδα αυτά επικράτησε η σκληροπυρηνική δύναμη των Ιντερχάμουε Χούτου, γνωστή για τον πρωταγωνιστικό της ρόλο στη γενοκτονία στη Ρουάντα.
Το 1996, ο πλέον κυριαρχούμενος από δυνάμεις των Τούτσι στρατός της Ρουάντα εισέβαλε στο Ανατολικό Ζαϊρ, υποστηριζόμενος από στρατό από το Μπουρούντι και την Ουγκάντα με το αιτιολογικό της τιμωρίας των Χούτου που είχαν στρατοπεδεύσει στη περιοχή. Η κυβέρνηση του δικτάτορα Μομπούτου Σέσε Σέκο3αντιτάχθηκε σθεναρά στις πρωτοβουλίες αυτές των γειτονικών χωρών, οι οποίες, προς αποτελεσματικότερη αντιμετώπισή του, χρηματοδοτούσαν και ενίσχυαν το κίνημα των επαναστατών κατά της κυβέρνησης Μομπούτου Συνασπισμός Δημοκρατικών Δυνάμεων για την Απελευθέρωση του Κονγκό, το οποίο είχε βρει τον κύριο εκφραστή του στο πρόσωπο του Λωρεν-Ντεζιρέ Καμπιλά.
Η «συμμαχία» αυτή μεταξύ ρουαντιανών δυνάμεων και Καμπιλά έφερε γρήγορα τα αποτελέσματά της. Ο Μομπούτου, έχοντας μάλιστα απολέσει την υποστήριξη των μέχρι τότε συμμάχων του Αμερικανών και έχοντας γίνει ιδιαίτερα αντιπαθής στο λαό του Κονγκό, χάνει την εξουσία και το Μάιο του 1997 αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση της χώρας ο Καμπιλά, ο οποίος μετονόμασε τη χώρα σε «Δημοκρατία του Κονγκό».
Ο νέος ηγέτης της χώρας ζήτησε από τις στρατιωτικές δυνάμεις των συμμάχων του να εγκαταλείψουν το ανατολικό τμήμα του Κονγκό, γεγονός που προκάλεσε μεγάλη δυσαρέσκεια στις τρεις χώρες που συμμετείχαν στις σχετικές στρατιωτικές επιχειρήσεις. Αλλά και στο εσωτερικό της χώρας πολλοί Κονγκολέζοι είχαν αρχίσει να θεωρούν τον Καμπιλά ως δάκτυλο των ξένων δύνάμεων, δεδομένης της πρότερης σχέσης του με τα όμορα κράτη.
Η ένταση κορυφώθηκε στις 14 Ιουλίου 1998, όταν ο Καμπιλά αντικατέστησε τον ρουαντιανής καταγωγής4 υπεύθυνο προσωπικού του, Καμπάρε, με έναν Κονγκολέζο. Δύο εβδομάδες αργότερα και θεωρώντας εαυτόν αρκετά ισχυρό, ευχαρίστησε τη Ρουάντα για τη βοήθειά της και διέταξε όλες τις στρατιωτικές δυνάμεις από τη Ρουάντα και την Ουγκάντα να εγκαταλείψουν τη χώρα. Τις επόμενες 24 ώρες απέλυσε όλους τους ρουαντιανούς στρατιωτικούς συμβούλους.
Τα γεγονότα αυτά θορύβησαν εντονότατα ορισμένα εθνοτικά στοιχεία Τούτσι5, τα οποία άρχισαν να επιδίδονται σε βιαιοπραγίες σε βάρος γειτονικών ομάδων. Οι συγκρούσεις αυτές σε συνδυασμό με την ασταθή εσωτερική κατάσταση επέτειναν το ήδη βεβαρυμένο κλίμα. Η κυβέρνηση του Καμπιλά κινδύνευσε να καταρρεύσει και «σώθηκε» ουσιαστικά χάρη στη βοήθεια τρίτων αφρικανικών κρατών, όπως το Ζιμπάμπουε και η Ναμίμπια.
Τον Αύγουστο ωστόσο του 1998 η Ρουάντα επεδίωξε κλιμάκωση των εχθροπραξιών ενισχύοντας τις δυνάμεις των Μπανυαμουλένγκε Τούτσι. Για να τους αντιμετωπίσει ο Καμπιλά στρατολόγησε ομάδες Χούτου στην περιοχή, ενώ ταυτόχρονα προσπάθησε να υποδαυλίσει το μίσος των Κονγκολέζων για τους Τούτσι, χρησιμοποιώντας προπαγανδιστικά μέσα6. Αποτέλεσμα αυτών ήταν πολυάριθμες συγκρούσεις σε πλήθος πόλεων της χώρας, μεταξύ αυτών δε και στην Κινσάσα.
Παράλληλα επιδόθηκε σε έναν επίμονο αγώνα προσεταιρισμού νέων συμμάχων, ο οποίος απέδωσε σχετικά σύντομα, καθώς στις 19 Αυγούστου 1998, τρία μέλη της Βορειοαφρικανικής Κοινότητας Ανάπτυξης, η Ναμίμπια, η Ζιμπάμπουε και η Αγκόλα, η καθεμιά για δικούς της λόγους7 τάχθηκαν στο πλευρό του Καμπιλά. Επιπλέον, τρεις ακόμη χώρες εκδήλωσαν έμπρακτα τη συμπαράστασή τους στον κογκολέζο πρόεδρο. Οι χώρες αυτές ήταν το Σουδάν8,το οποίο ενίσχυε τρία αντάρτικα κινήματα στην Ουγκάντα που δρούσαν κατά της επίσημης κυβέρνησης, η Λιβύη, της οποίας ο ηγέτης Μοαμάρ Αλ Καντάφι είδε τη συμμετοχή της χώρας του ως όχημα για να βγει από την πολιτική απομόνωση, αλλά και να αποκτήσει μερίδιο από την εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών του Κονγκό, και τέλος το Τσαντ, το οποίο υποκινούμενο ουσιαστικά από την επιθυμούσα να επαναυξήσει την πολιτική της δύναμη στην περιοχή Γαλλία συμμετείχε στη διαμάχη.
Όπως καθίσταται εμφανές από την ως τώρα παρουσίαση, η γενίκευση του πολέμου στο Κονγκό είχε για τις εμπλακείσες χώρες διπλή διάσταση: αφ’ενός συμμετείχαν χώρες που ήθελαν να αυξήσουν την πολιτική τους επιρροή στην περιοχή ή να συντελέσουν στην αποδυνάμωση άλλων χωρών, κυρίως της Ουγκάντα,9και αφ’ετέρου να αρυσθούν οφέλη10 από τα πλούσια ορυχεία διαμαντιών, χρυσού, κοβαλτίου κ.α. Σε κάθε περίπτωση όμως χρησιμοποιήθηκαν προς φανατισμό των λαών και των στρατιωτών συνθήματα υπέρ εθνοκάθαρσης, ώστε η γενικευμένη σύγκρουση να προσλάβει αντίστοιχο χαρακτήρα. Χαρακτηριστικό ωστόσο που αξίζει να αναφερθεί είναι ότι τα περισσότερα κράτη δεν αναμίχθηκαν επισήμως εισερχόμενα σε πόλεμο, αλλά ενίσχυαν στρατιωτικά και οικονομικά τις ομάδες που τους συνέφερε.
Συνθήκη Ειρήνης της Λουζάκα
Η πρώτη αυτή φάση του πολέμου έληξε με τη Συνθήκη Ειρήνης της Λουζάκα που υπογράφηκε τον Ιούλιο του 1999 από τις έξι συμμετασχουσες χώρες, τη Δημοκρατία δηλαδή του Κονγκό, την Αγκόλα, τη Ναμίμπια, το Ζιμπάμπουε, την Ουγκάντα και τη Ρουάντα και κάποιες ομάδες επαναστατών. Σύμφωνα με τους όρους της συνθήκης, όλες οι πλευρές συνεργαζόμενες υπό μία κοινή Στρατιωτική Επιτροπή θα εντόπιζαν, κατέγραφαν και αφόπλιζαν όλες τις ένοπλες ομάδες, ειδικά αυτές που
σχετίζονταν με τη γενοκτονία στη Ρουάντα. Προς έλεγχο της εφαρμογής των όρων της Συνθήκης το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών εγκατέστησε 90μελή ομάδα προσωπικού στη χώρα.

Η Συνθήκη της Λουζάκα ωστόσο δεν έμελλε να εφαρμοστεί πλήρως. Αμέσως σχεδόν μετά την υπογραφή της, η μία χώρα άρχισε να κατηγορεί την άλλη για παραβίασή της. Η κατάσταση είχε ενταθεί και πάλι και επεισόδια είχαν αρχίσει να σημειώνονται.
Τον Ιανουάριο του 2001 ο Καμπιλά δολοφονείται από έναν σωματοφύλακά του. Δεν διακριβώθηκε με σιγουριά ποιος βρισκόταν πίσω από τη δολοφονία. Την ηγεσία της χώρας ανάλαβε ο γιος του Ζοζέφ Καμπιλά, στο πρόσωπο του οποίου πολλοί –ιδίως στη Δύση- είδαν έναν ήπιων τόνων και καλλιεργημένο αρχηγό που θα έβγαζε ειρηνικά τη χώρα από το αδιέξοδο. Τον επόμενο μήνα, ο νέος ηγέτης συναντήθηκε με τον πρόεδρο της Ρουάντα Πωλ Καγκάμε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου συμφώνησαν την εκούσια αποχώρηση των στρατευμάτων της Ουγκάντα και Ρουάντα.
Τη δέσμευση αυτή ακολούθησαν τέσσερις συμφωνίες, όπως αυτή του Sun City, τον Απρίλιο του 2002, όπου προβλεπόταν συγκεκριμένο πλαίσιο για τη διαδικασία εκδημοκρατισμού της χώρας. Τρεις μήνες αργότερα υπογράφηκε στη Ν.Αφρική (Πρετόρια) συμφωνία με τη Ρουάντα για την αποχώρηση των τέως ρουαντιανών στρατευμάτων και την απομάκρυνση από το Κονγκό των Ιντερχαμουε Χούτου που συμμετείχαν στη γενοκτονία της Ρουάντα12. Σημαντική είναι επίσης και η Συμφωνία Ειρήνης του Γκμπαντολιτ μεταξύ Κονγκό και τριών ομάδων ανταρτών υποστηριζόμενων από την Ουγκάντα, γνωστές με τα λατινικά αρχικά MLC, RCD-N, RCD-ML.13Τέλος, στις 6 Σεπτεμβρίου 2004, μία ακόμη συμφωνία, αυτή της Λουάντα υπογράφηκε για την αποχώρηση των στρατιωτικών δυνάμεων της Ουγκάντα από το Κονκό. Και η τελευταία όμως είχε την τύχη των προηγουμένων, καθώς ούτε αυτή έτυχε εφαρμογής.
Στα τέλη Νοέμβρη 2004, ο πρόεδρος Καγκάμε της Ρουάντα δήλωσε ότι προτίθεται να στείλει στρατεύματα στο Κονγκό να πολεμήσουν ενάντια στις δυνάμεις των Χούτου και συγκεκριμένα την ομάδα δημοκρατικές Δυνάμεις για την Απελευθέρωση της Ρουάντα, οι οποίοι δεν εγκατέλειψαν την περιοχή, όπως προέβλεπε η συμφωνία της Πρετόρια14.


1 Edgerton Robert G., The troubled Heart of Africa: A History of the Congo, St. Martin’s Press, (2002)
2 Το όνομα της χώρας πριν μετονομαστεί σε Κονγκό.
3 Ο Μομπούτου κυβερνούσε τη χώρα από το 1965, με την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες τον είδαν ως ανάκομμα στην επέκταση της κομμουνιστικής απειλής στην υποσαχάρια Αφρική.
4 Για να διασκεδάσει πάντως τις εντυπώσεις έκανε τον Καμπάρε σύμβουλο του αντικαταστάτη του επί στρατιωτικών θεμάτων.
5 Ήδη μία φυλή Τούτσι, οι λεγόμενοι «Μπανυαμουλενγκε» είχαν εγκατασταθεί στο ανατολικό τμήμα της χώρας.
6 Χαρακτηριστικά ήταν τα μηνύματα φανατισμού που εξέπεμπαν ραδιοφωνικές εκπομπές, τα οποία παρακινούσαν το λαό να οπλιστεί κατά των Τούτσι. Βλ.ειδικότερα την ιστοσελίδα του BBC (http://news.bbc.co.uk/l/hi/world/monitoring/149901.stm)
7 Κύριος πάντως λόγος της εμπλοκής της Ναμίμπια και του Ζιμπάμπουε ήταν τα μεγάλα κοιτάσματα διαμαντιών και οι ποικίλλες μορφές φυσικής ενέργειας που διαθέτει το Κονγκό.
8 Βλ.και http://www.hrw.org/worldreport99/africa/sudan.html
9 Η Ουγκάντα έλεγχε μέρος των πλουτοπαραγωγικών πηγών στο βορειοανατολικό και κεντρικό Κονγκό και επιπλέον είχε συμμετάσχει στο παρελθόν στην ενίσχυση αντικυβερνητικών ομάδων σε διάφορες αφρικανικές χώρες και ιδίως στο Σουδάν.
10 Η επιθυμία ελέγχου των πηγών πλούτου του Κονγκό δημιούργησε μάλιστα πολλές τριβές στις σχέσεις και φαινομενικά συμμαχουσών δυνάμεων, όπως όταν π.χ. στην πρώτη φάση του πολέμου δόθηκε εντολή από την Ουγκάντα να στείλει στρατεύματα σε δυνάμεις Χούτου! Επιπλέον το 1999 στρατεύματα από την Ουγκάντα και τη Ρουάντα συγκρούστηκαν στην πόλη του Κισιγκάνι.
11 Gondola Ch.Didier, The History of Congo, Greenwood Press, (2002)
12 Οι περίπου 20.000 ρουαντιανοί στρατιώτες πάντως αρνήθηκαν να αποχωρήσουν αν δε λυνόταν οριστικά το πρόβλημα με τους Χούτου του ανατολικού Κονγκό.
13 Mouvement de Liberation du Congo, Rally for Congolese Democracy.
14 Σχετικώς, ο αρχηγός της αποστολής των Ηνωμένων Εθνών MHand Djalouzi είχε δηλώσει πως το ζήτημα εάν πρόκειται για εισβολή της Ρουάντα ή απλή περιστασιακή διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων θα εξεταζόταν προσεκτικά και θα αποδίδονταν ευθύνες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου