της Άντυς Λιακοπούλου
Τις
τελευταίες 27 ημέρες, η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί συγκλονισμένη τον
βομβαρδισμό της πόλης Χομς στη Συρία από τις δυνάμεις του καθεστώτος του Μπασαρ
Αλ Ασσάντ. Στους άνω των 5.000 νεκρούς[1]
από την αρχή της επανάστασης τον Ιανουάριο του 2011 στη Συρία ήρθαν να
προστεθούν άλλοι 300, άμαχοι, μέλη ειρηνευτικών οργανώσεων, αλλά και πολεμικοί
ανταποκριτές, όπως η Μαρί Κολβιν και ο Ρεμύ Οσλίκ.
Ποιος
είναι όμως ο Μπασάρ Αλ Ασάντ και γιατί το καθεστώς του έγινε τόσο λαομίσητο;
Ο
Μπασάρ Αλ Ασσάντ, ηγέτης του κόμματος Μπάαθ[2]
και Προεδρος της Συρίας, ανέλαβε την εξουσία το 2000, όταν ο πατέρας του, Χαφέζ
Αλ Ασσάντ, στην Προεδρία της χώρας από το 1970 (επτά χρόνια μετά την επικράτηση
δηλαδή του πραξικοπήματος που έφερε το κόμμα Μπάαθ στην εξουσία, θέτοντας τη
χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης), πέθανε από καρδιακή προσβολή. Κατά τη
διάρκεια της διακυβέρνησης του, ο Χαφέζ Αλ Ασσάντ [3]
είχε σταθεροποιήσει την ισχύ του στο εσωτερικό της χώρας, καταργώντας τη λειτουργία
άλλων κομμάτων, περιστέλλοντας τις ατομικές ελευθερίες και ευνοώντας την
κατάληψη αξιωμάτων από μέλη της θρησκευτικής ομάδας των Αλαουιτών, σιιτικής
αίρεσης στην οποία ανήκε και ο ίδιος και οι οπαδοί της οποίας αντιστοιχούν στο
15% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Μαύρη στιγμή στην ιστορία της
διακυβέρνησής του υπήρξε η περίφημη ‘’Σφαγή της Χάμα’’ το 1982, όπου δυνάμεις
του Ασσάντ κατέστειλαν εξέγερση υποκινούμενη από την Σουννιτική Μουσουλμανική
Αδελφότητα εναντίον του καθεστώτος, οδηγώντας στο θάνατο 1000 ανθρώπους και πνίγοντας
μια ολόκληρη πόλη στο αίμα [4].
Ήταν
φυσικό, λοιπόν, η έλευση του Μπασάρ Αλ Ασσάντ στην εξουσία να συνδεθεί στις
συνειδήσεις πολλών Σύρων με την ανατολή μιας νέας εποχής για τη χώρα, που θα
σήμαινε το τέλος της διαφθοράς και της καταστολής ατομικών δικαιωμάτων και θα οδηγούσε
τη χώρα, μέσω του εκσυγχρονισμού θεσμών και δομών, στην πρόοδο και την
οικονομική ανάπτυξη. Και πράγματι, την πρώτη περίοδο της διακυβέρνησής του,
δόθηκε αμνηστία σε εκατοντάδες πολιτικούς κρατούμενους, απολύθηκαν υπουργοί που
είχαν κατηγορηθεί για διαφθορά και υιοθετήθηκαν μέτρα, τόσο για την τόνωση της
βιομηχανίας και του τραπεζικού συστήματος (μείωση φορολογίας, ενίσχυση
ιδιωτικής συμμετοχής στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα), όσο και για την πρόσβαση
στην πληροφόρηση (εισαγωγή του Ιντερνετ στη χώρα το 2001) και την ενίσχυση του
πολιτικού και κοινωνικού διαλόγου.
Η
περίοδος αυτή, η οποία χαρακτηρίστηκε «Άνοιξη της Δαμασκού», δεν κράτησε πολύ.
Σύντομα ξεκίνησαν συλλήψεις πολιτών υπόπτων για επαφές με τη Σουννιτική
Μουσουλμανική Αδελφότητα και απαγορεύτηκε η πρόσβαση σε πολλές σελίδες στο
Ιντερνετ. Η τρομοκρατική απειλή μετά την 11η Σεπτεμβρίου και η
εισέλευση κύματος μεταναστών από τις γειτονικές εμπόλεμες χώρες οδήγησε τον
Ασσάντ στην εντατικοποίηση των προσπαθειών για έλεγχο του σουννιτικού στοιχείου
(το οποίο είναι και το επικρατέστερο πληθυσμιακά στη χώρα, καλύπτοντας το 74%
των Σύρων), πράγμα το οποίο οδήγησε σε μεγαλύτερη καταστολή ατομικών
ελευθεριών. Πριν την εξέγερση του 2011, το καθεστώς Ασσάντ δοκίμασε δύο ακόμη
σοβαρές κρίσεις: η πρώτη ήταν με την «Επανάσταση των Κέδρων» το 2005 στο Λίβανο,
μετά τη δολοφονία του Λιβανέζου Πρωθυπουργού Ραφίκ Χαρίρι, για την οποία
ευθύνες αποδόθηκαν στις συριακές μυστικές υπηρεσίες, οπότε και πιέστηκε από τη
διεθνή κοινή γνώμη (Ψήφισμα 1559/2004 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και
επιμονή της Γαλλίας και των ΗΠΑ) για πλήρη απόσυρση των στρατευμάτων της Συρίας
από τον Λίβανο (πράγμα το οποίο έγινε στο τέλος της ίδιας χρονιάς) και
αφοπλισμό της Χεζμπολάχ. Η δεύτερη κρίση συνδεόταν με την αραβο-ισραηλινή
διένεξη του 2006, κατά την οποία ο Ασσάντ τάχθηκε εμφανώς στο πλευρό της
Χεζμπολάχ. Με την εκτόνωση της έντασης και την πανηγυρική επανεκλογή του το
2007 άρχισε να ανακτά λίγο από το χαμένο έδαφος, οι φωνές ωστόσο για
καθεστωτική αλλαγή είχαν αρχίσει ήδη να πληθαίνουν στο εσωτερικό της Συρίας και
εκφεύγουν πια των στενών ορίων των θρησκευτικών διαφορών. Κι έτσι, τον
Ιανουάριο του 2011 ξεκίνησαν οι πρώτες διαδηλώσεις με αίτημα την άρση της
κατάστασης έκτακτης ανάγκης και την αποκατάσταση των ατομικών δικαιωμάτων των
πολιτών-διαδηλώσεις οι οποίες κορυφώθηκαν το Μάρτιο της ίδιας χρονιάς. Η αρχική
αντίδραση της κυβέρνησης Ασσάντ ήταν να απαντήσει βίαια στις εξεγέρσεις, υπό
την πίεση όμως της διεθνούς κοινής γνώμης, ήρθη τελικά, τον Απρίλιο του 2011, μετά
από 48 χρόνια η κατάσταση έκτακτης ανάγκης και παραιτήθηκαν οι υπουργοί της
κυβέρνησης (όχι και ο Πρωθυπουργός). Ο χείμαρρος, ωστόσο της επανάστασης ήταν
αδύνατο να σταματήσει. Οι αντικαθεστωτικοί συνεχίζουν τον αγώνα τους και τον
Οκτώβριο του 2011 ιδρύουν στην Κωνσταντινούπολη το «Συριακό Εθνικό Συμβούλιο[5]»
με στόχο την ανατροπή του καθεστώτος Ασσάντ. Η διεθνής κοινή γνώμη εντείνει τις
πιέσεις της, με την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις ΗΠΑ και τον Καναδά, αφ’ενός, να
αποφασίζουν πάγωμα περιουσιακών στοιχείων, απαγόρευση εισόδου στη χώρα του
Ασσάντ και μελών του καθεστώτος και εμπάργκο στις επενδύσεις, ενώ, αφ’ετέρου, η
Βρετανία, η Γαλλία, η Πορτογαλία και η Γερμανία προωθούν σχέδιο απόφασης στο
Συμβούλιο Ασφαλείας για καταδίκη της Συρίας (χωρίς να γίνεται λόγος για
κυρώσεις), έχοντας όμως ως εμπόδιο το βέτο της Ρωσίας και της Κίνας που διαφωνούν
με την επεμβατικότητα του Συμβουλίου Ασφαλείας με το αιτιολογικό ότι ανοίγει δρόμο
για στρατιωτική επέμβαση στη Συρία. Ο Ασσάντ , από την άλλη, απειλεί με σύρραξη
με το Ισραήλ σε περίπτωση υιοθέτησης τέτοιου ψηφίσματος,
Για
την εκτόνωση της έντασης στα μέσα Ιανουαρίου του 2012 χορηγείται γενική
αμνηστία για όλα τα εγκλήματα που τελέστηκαν από τις 15 Μαρτίου του 2011 μέχρι
τις 15 Ιανουαρίου 2012. Απορρίπτει ωστόσο ο Ασσάντ την πρόταση του Αραβικού
Συνδέσμου για μεταβίβαση εξουσίας στον αντιπρόεδρο και σχηματισμό κυβέρνησης
εθνικής ενότητας με τη συμμετοχή της αντιπολίτευσης, με αποτέλεσμα να
προκαλέσει για μια ακόμη φορά την αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία
επεκτείνει την απαγόρευση εισόδου σε πλείονα στελέχη του καθεστώτος. Τον
Φεβρουάριο του 2012 ανακοινώνεται δημοψήφισμα, (πρόταση η οποία δεν γίνεται
δεκτή από την αντιπολίτευση), ενώ παράλληλα συνεχίζεται από την κυβέρνηση ηαιματηρή
προσπάθεια καταστολής της εξέγερσης στο προπύργιο των επαναστατών στην πόλη
Χομς, αλλά και σε άλλες πόλεις.
Ο
κλοιός σφίγγει ολοένα και περισσότερο γύρω από τον Σύρο μονάρχη. Σήμερα, 1η
Μαρτίου 2012, το 47μελές Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ καταδίκασε[6]
τη Συρία για τις βιαιότητες που λαμβάνουν χώρα και οι οποίες ενδεχομένως και να
συνιστούν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και ζήτησε τον τερματισμό των
επιθέσεων κατά των αμάχων και την «απρόσκοπτη πρόσβαση» των Ηνωμένων Εθνών και
των ανθρωπιστικών οργανώσεων στη χώρα. Όλα δείχνουν ότι η αληθινή Άνοιξη ήρθε κι
έχει αρχίσει να εγκαθίσταται σιγά σιγά στη Συρία.
[1] Ο αριθμός των νεκρών είναι
κατά δήλωση της Ύπατης Αρμοστού του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα Ναβι
Πιλλάι, (http://www.bbc.co.uk/news/world-middle-east-16151424) ενώ κατά τις
δυνάμεις των επαναστατών, οι νεκροί ξεπερνούν τους 8.000.
[2] Το όνομα Μπάαθ σημαίνει
‘ανάσταση’
[3] http://www.guardian.co.uk/theguardian/2000/jun/15/guardianweekly.guardianweekly1
[4] OHN KIFNER, Special to the New York Times (12
February 1982). "Syrian Troops Are Said To
Battle Rebels Encircled In Central City
[5] Στο Συμβούλιο έχων
συνενωθεί διάφορες δυνάμεις αντικαθεστωτικών, όχι μόνο σουννιτικές
[6] Με 37 ψήφους υπέρ, τρεις
κατά - συμπεριλαμβανομένων της Κίνας και της Ρωσίας- και τρεις αποχές.